Η έκθεση σε ένα μόνο ρινικό σταγονίδιο είναι αρκετή για να μολυνθείτε από τον Covid-19, σύμφωνα με μια δοκιμή ορόσημο στην οποία δόθηκε σκόπιμα μια δόση του ιού σε υγιείς εθελοντές. Η δοκιμή, η πρώτη που παρακολούθησε άτομα καθ’ όλη τη διάρκεια της λοίμωξης, διαπίστωσε, επίσης, ότι οι άνθρωποι συνήθως αναπτύσσουν συμπτώματα πολύ γρήγορα, κατά μέσο όρο, μέσα σε δύο ημέρες από την επαφή με τον ιό και είναι πιο μολυσματικοί πέντε ημέρες μετά τη μόλυνση. Η μελέτη διεξήχθη χρησιμοποιώντας ένα στέλεχος του ιού, πριν από την εμφάνιση των παραλλαγών Alpha, Delta και Omicron.
Ο επικεφαλής ερευνητής της δοκιμής, καθηγητής Christopher Chiu, του Imperial College του Λονδίνου, δήλωσε: «Η μελέτη μας αποκαλύπτει μερικές πολύ ενδιαφέρουσες κλινικές ιδέες, ιδιαίτερα σχετικά με τη σύντομη περίοδο επώασης του ιού, την εξαιρετικά υψηλή αποβολή του ιού από τη μύτη, καθώς και τη χρησιμότητα του δοκιμές πλευρικής ροής, με πιθανές επιπτώσεις στη δημόσια υγεία».
Τα ευρήματα, που δημοσιεύθηκαν και τα οποία δεν έχουν ακόμη αξιολογηθεί από ομοτίμους, περιγράφουν λεπτομερώς τα αποτελέσματα σε 36 υγιείς, νεαρούς συμμετέχοντες χωρίς ανοσία στον ιό. Οι εθελοντές παρακολουθήθηκαν σε ειδική μονάδα στο νοσοκομείο Royal Free στο Λονδίνο και δεν παρουσίασαν σοβαρά συμπτώματα.

Τι έδειξε η μελέτη
Η μελέτη διαπίστωσε, ότι η λοίμωξη εμφανίζεται αρχικά στον λαιμό και ότι ο μολυσματικός ιός κορυφώνεται περίπου πέντε ημέρες μετά τη μόλυνση, οπότε η μύτη έχει πολύ υψηλότερο ιικό φορτίο από τον λαιμό. Η μελέτη πρότεινε, επίσης, ότι τα τεστ πλευρικής ροής είναι ένας καθησυχαστικά αξιόπιστος δείκτης, για το εάν υπάρχει μολυσματικός ιός. Το ταμπονάρισμα της μύτης και του λαιμού καθιστά πιο πιθανό τον εντοπισμό λοιμώξεων κατά τις πρώτες ημέρες, προτείνει η μελέτη.
«Διαπιστώσαμε ότι συνολικά, τα τεστ πλευρικής ροής συσχετίζονται πολύ καλά με την παρουσία μολυσματικού ιού», σημείωσε ο Chiu. «Αν και τις πρώτες ή δύο ημέρες μπορεί να είναι λιγότερο ευαίσθητα, εάν τα χρησιμοποιείτε σωστά και επανειλημμένα και ενεργείτε σύμφωνα με αυτά, αυτό θα έχει σημαντικό αντίκτυπο στη διακοπή της εξάπλωσης του ιού».
Η μελέτη αποκάλυψε, επίσης, ότι από τα 18 άτομα που μολύνθηκαν, όλοι είχαν παρόμοια ιικά φορτία ανεξάρτητα από το αν εμφάνισαν συμπτώματα, υπογραμμίζοντας τον ρόλο της ασυμπτωματικής μετάδοσης.
Η καθηγήτρια Wendy Barclay, επικεφαλής του τμήματος μολυσματικών ασθενειών στο Imperial College του Λονδίνου, δήλωσε: «Πολλοί άνθρωποι θα μπορούσαν να κυκλοφορούν γύρω από τον ιό και να μην το καταλαβαίνουν».
Περιέργως, ορισμένοι από αυτούς που δεν πληρούσαν το όριο για να μολυνθούν είχαν επίσης πολύ χαμηλά επίπεδα ιού ανιχνεύσιμα στη μύτη και τον λαιμό τους, υποδηλώνοντας ότι μπορεί να είχαν βιώσει μια πολύ βραχύβια λοίμωξη, που εξαφανίστηκε από την ανοσολογική δραστηριότητα στην επένδυση της μύτης και του λαιμού.
Η ομάδα αναμένεται να δημοσιεύσει περαιτέρω ευρήματα δίνοντας ένα μοναδικό παράθυρο στην πιο πρώιμη φάση της ανοσολογικής απόκρισης, κατά τις πρώτες ώρες και ημέρες μετά την αντιμετώπιση του ιού.
Add Comment